Κονέκτικατ

Κονέκτικατ
I
(Connecticut). Ποταμός (655 χλμ.) των ΗΠΑ, ο μεγαλύτερος της Νέας Αγγλίας, από τον οποίο πήρε την ονομασία της η ομώνυμη πολιτεία. Πηγάζει από τα όρη Γκριν, κοντά στα σύνορα με τον Καναδά. Διασχίζει τις πολιτείες Βερμόντ και Νιου Χαμσάιρ, οροθετώντας μάλιστα τη γραμμή των συνόρων τους. Διαρρέει τη Μασαχουσέτη και την πολιτεία Kονέκτικατ, τις οποίες αρδεύει, και εκβάλλει στον πορθμό Λονγκ Άιλαντ στον Ατλαντικό ωκεανό.
II
(Connecticut). Πολιτεία (12.997 τ. χλμ., 3.425.074 κάτ. το 2001) των βορειοανατολικών ΗΠΑ στη Νέα Αγγλία, με πρωτεύουσα το Χάρτφορντ. Συνορεύει στα Α με το Ροντ Άιλαντ, στα Β με τη Μασαχουσέτη και στα Δ με την πολιτεία της Νέας Υόρκης· στα Ν βρέχεται από τον πορθμό του Λονγκ Άιλαντ.
Το έδαφος είναι κυρίως πεδινό, υψώνεται βαθμιαία από την ακτή –η οποία διαμελίζεται από βαθείς κόλπους– και φτάνει σε ύψος τα 700 μ. στα βορειοδυτικά άκρα της πολιτείας. Το κλίμα είναι ηπειρωτικό, αλλά αμβλύνεται από την επίδραση του ωκεανού (μέση ετήσια θερμοκρασία στο Χάρτφορντ 10°C) και ευνοεί την ανάπτυξη της γεωργίας και την εκτροφή βοοειδών· επιπλέον, στο Κ. υπάρχει ακμαία αλιεία (σαρδέλες) και στρειδοτροφία. Στην περιοχή βρίσκονται σπουδαία βιομηχανικά (ηλεκτρικά είδη, αεροναυτική βιομηχανία), τραπεζικά και πολιτιστικά κέντρα. Κυριότερες πόλεις του Κ. είναι οι Μπρίντζπορτ, Νιου Χέιβεν, Στάμφορντ, Νόργουοκ και Γκρίνουιτς.
Αρχικά στην περιοχή του Κ. κατοικούσαν ινδιάνοι της φυλής Αλγκόνκιν. Το 1633 αποικίστηκε από ομάδες Ολλανδών και Άγγλων και τον 18o αι. αποτελούσε ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα του αγώνα για την ανεξαρτησία από τη βρετανική κυριαρχία. Το 1776 συγκαταλέχθηκε ανάμεσα στις πρώτες πολιτείες που απέκτησαν αυτονομία.
Η μητρόπολη της πόλης Χάρτφορντ, πρωτεύουσας της πολιτείας Κονέκτικατ των ΗΠΑ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ροντ Άιλαντ — (Rhode Island). Ομόσπονδη Πολιτεία των βορειοανατολικών ΗΠΑ, στη Νέα Αγγλία. Βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό στα Ν και συνορεύει με την Πολιτεία Κονέκτικατ στα Δ και Μασαχουσέτη στα Β και στα Α. Έχει έκταση 3144 τ. χλμ. και είναι, κατά συνέπεια …   Dictionary of Greek

  • Τουέν, Μαρκ — (Twain, ψευδώνυμο του Samuel Langhorne Clemens, Φλωρίδα, Μιζούρι 1835 – Ρέντινγκ, Κονέκτικατ 1910). Αμερικανός συγγραφέας. Ο θάνατος του πατέρα του τον ανάγκασε να διακόψει όταν ακόμα ήταν 12 ετών, το σχολείο και να εργάζεται για να ζήσει ως… …   Dictionary of Greek

  • Βερμόντ — (Vermont). Πολιτεία (24.887 τ. χλμ., 613.090 κάτ. το 2001) του βορειοανατολικού τμήματος των ΗΠΑ. Συνορεύει με τον Καναδά στα Β, και με τις πολιτείες του Νιου Χαμσάιρ στα Α, της Μασαχουσέτης στα Ν και της Νέας Υόρκης στα Δ. Πρωτεύουσα της… …   Dictionary of Greek

  • δικαίωμα — Ο όρος δ. έχει γενική έννοια και εκφράζει κάθε εξουσία ή προνόμιο, καθώς επίσης και κάθε ευχέρεια που αναγνωρίζουν οι νόμοι (θετικό δίκαιο) ή τα έθιμα σε ένα πρόσωπο. Παράλληλα, αναφέρεται και στη δυνατότητα που έχουν τα άτομα να διεκδικήσουν… …   Dictionary of Greek

  • μετανάστευση — Στα πλαίσια της ευρύτερης έννοιάς του ο όρος μ. περιλαμβάνει την ιδέα της κίνησης, την αλλαγή τόπου διαμονής και μπορεί να αναφέρεται σε κάθε μετακίνηση –οριστική ή προσωρινή– ομάδων ανθρώπων ή ζώων, προς τόπους διαφορετικούς από εκείνους στους… …   Dictionary of Greek

  • Αλεξάντερ, Φρανσίσκο — (Francisco Alexander, Κονέκτικατ 1800 – Φλωρεντία 1881). Αμερικανός ζωγράφος. Μετά τις καλλιτεχνικές του σπουδές, έζησε δύο χρόνια στη Ρώμη (1831 32) και μετά επέστρεψε στη Βοστόνη όπου και παρέμεινε για μια δεκαετία. Το γνωστότερο έργο του είναι …   Dictionary of Greek

  • Άλκοτ, Έιμος Μπρόνσον — (Amos Bronson Alcott, 1799 – 1888). Αμερικανός παιδαγωγός και φιλόσοφος. Αρχικά ήταν έμπορος, αλλά πολύ σύντομα στράφηκε στην εκπαίδευση και ίδρυσε ιδιωτικό σχολείο στην ιδιαίτερή του πατρίδα Γουόλκοτ, στην πολιτεία του Κονέκτικατ. Η φήμη του ως… …   Dictionary of Greek

  • Βαν Βλεκ, Τζον Χάσμπρουκ — (John Hasbrouck Van Vleck, Κονέκτικατ 1898 – 1980). Αμερικανός φυσικός. Τιμήθηκε το 1977 με το βραβείο Νόμπελ φυσικής για την εργασία του σχετικά με την ηλεκτρονική δομή των μαγνητικών συστημάτων, από κοινού με τους Φίλιπ Άντερσον και σερ Νέβιλ… …   Dictionary of Greek

  • Γκίλμαν, Άλφρεντ — (Alfred Gilman,Κονέκτικατ 1941 –). Αμερικανός βιοχημικός. Σπούδασε στα πανεπιστήμια του Γέιλ και του Κλίβελαντ στις ΗΠΑ. Ανακηρύχθηκε καθηγητής φαρμακολογίας στο πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια το 1971 και στο πανεπιστήμιο του Ντάλας το 1981. Το 1994… …   Dictionary of Greek

  • Γκιμπς, Τζοσάια Γουίλαρντ — (Josiah Willard Gibbs, Νιου Χέιβεν, Κονέκτικατ 1839 – 1903).Αμερικανός θεωρητικός φυσικός. Πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα από το πανεπιστήμιο του Γέιλ το 1863 και συνέχισε τις σπουδές του στη Γαλλία και στη Γερμανία. Επέστρεψε στο Νιου Χέιβεν το …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”